Πορτογαλία — Κράτος της Νοτιοδυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα Α με την Ισπανία, ενώ στα Δ βρέχεται από τον Ατλαντικό Ωκεναό.H πορτογαλική Δημοκρατία αποτελείται από την κυρίως Πορτογαλία, το αρχιπέλαγος των Aζορών και το νησί Mαδέρα, που έχουν συνολική έκταση… … Dictionary of Greek
σχιίτες — Αναφέρονται και ως σιίτες. Οπαδοί μιας από τις δυο μεγάλες υποδιαιρέσεις του Ισλαμισμού: σουννισμό και σχιισμό. Η λέξη προέρχεται απ’ το αραβικό σι’α «μερίδα»: οι σ. είναι δηλαδή η «μερίδα του Αλή», που σχηματίστηκε κατά τις πρώτες δεκαετίες μετά … Dictionary of Greek
Ιράν — Επίσημη ονομασία: Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν Παραδοσιακή ονομασία: Περσία Έκταση: 1.648.000 τ. χλμ. Πληθυσμός: 65.540.226 (2002) Πρωτεύουσα: Τεχεράνη (6.758.845 κάτ. το 1996)Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Β με το… … Dictionary of Greek
Αίγυπτος — I Κράτος της βορειοανατολικής Αφρικής και (σε μικρό μέρος) της δυτικής Ασίας.Συνορεύει στα Δ με τη Λιβύη, στα Ν με το Σουδάν και στα ΒΑ με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Β από τη Μεσόγειο θάλασσα και στα Α από την Ερυθρά θάλασσα.Η Α. (αλ… … Dictionary of Greek
Αλγερία — I (Αστρον.).Αστεροειδής που το φαινόμενο μέγεθός του στη μέση αντίθεσή του είναι ίσο προς 14,6, ενώ αν βρισκόταν σε απόσταση μιας αστρονομικής μονάδας από τον Ήλιο και από τη Γη θα είχε φαινόμενο μέγεθος 10,5. II Κράτος της βορειοδυτικής… … Dictionary of Greek
Αλήδες ή Αληίδες ή Αλίδες — Μωαμεθανική δυναστεία που καταγόταν από τον χαλίφη Αλή Ιμπν Αμπί Ταλίμπ, εξάδελφο και γαμπρό του προφήτη Μωάμεθ και αρχηγού της αιρέσεως των Σιιτών. Ο Αλή είχε 14 γιους και τουλάχιστον 17 κόρες από τη Φατιμά, κόρη του Μωάμεθ και άλλες συζύγους.… … Dictionary of Greek
Κομ ή Κουμ — (Qom). Πόλη (777.677 κάτ. το 1996) του Ιράν, πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας (11.237 τ. χλμ., 971.280 κάτ. το 2002). Βρίσκεται στα όρια του οροπεδίου της Τεχεράνης και της ερήμου Ντάχτι Κεβίρ, στον δρόμο που οδηγεί από την Τεχεράνη στο Ισπαχάν.… … Dictionary of Greek
Μεδίνα — (Madinah). Πόλη (υψόμ. 594 μ., 843.000 κάτ. το 2003) της Σαουδικής Αραβίας στην ιστορική περιοχή της Χετζάζ, πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας (151.990 τ. χλμ., 1.378.870 κάτ. το 2000). Βρίσκεται στην κοιλάδα Aλ Xαμντ του αραβικού οροπεδίου. Στα Β … Dictionary of Greek
Μέκκα — (Mecca / αραβ. Makkah). Πόλη (υψόμ. 277 μ., 965.697 κάτ. το 1992) της Σαουδικής Αραβίας, πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας (153.128 τ. χλμ., 4.467.670 κάτ.). Είναι χτισμένη σε μια άγονη κοιλάδα κοντά στην Ερυθρά θάλασσα, σε απόσταση 45 χλμ. από τη … Dictionary of Greek
Φατιμίδες — Μουσουλμανική σχιιτική δυναστεία, που εγκαθιδρύθηκε κατά το τέλος του 9ου και τις αρχές του 10ου αι., μετά τη διάλυση του χαλιφάτου των Αβασιδών. Ιδρυτής της υπήρξε ο Ουμπεΐντ Αλλάχ, ο οποίος, αφού ανακηρύχθηκε απόγονος της Φατίμα, κόρης του… … Dictionary of Greek